ΕΛΚΟΣ ΤΟΥ ΦΛΟΙΟΥ ΤΟΥ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙΟΥ


Εικ.3. Έλκος κορμού δύο ετών από τεχνητή μόλυνση


Εικ. 4. Έλκος κλάδου με εκροή ρητίνης και καρποφορίες (ακέρβουλα) του μύκητα S. cardinale



Συμπτώματα
Το πιο εμφανές σύμπτωμα είναι το καφέ χρώμα των κλάδων ή των κορυφών των δένδρων (Εικ.3) το οποίο είναι δυνατόν να εμφανισθεί οποιαδήποτε εποχή, κυρίως όμως άνοιξη και καλοκαίρι.
Η νέκρωση των κλάδων ή της κορυφής είναι αποτέλεσμα ενός περιφερειακού έλκους, το οποίο συνήθως ξεκινά από τραύματα στη βάση των κλαδίσκων ή κλάδων. Στη συνέχεια η νεκρούμενη περιοχή εξαπλώνεται, ο φλοιός σχίζεται και σχηματίζει έλκος με άφθονη εκροή ρητίνης. Τα μεγάλα δένδρα νεκρώνονται από την αθροιστική επίδραση πολλών ελκών. Η νέκρωση επιταχύνεται σε δέντρα που φύονται σε πολύ υγρά περιβάλλοντα και γόνιμα εδάφη. Τα ρητινώδη έλκη του φλοιού είναι το πιο χαρακτηριστικό μακροσκοπικό σύμπτωμα. Ο μύκητας S. cardinale παράγει καρποφορίες του ατελούς σταδίου, τα ακέρβουλα (Εικ. 4) στο νεκρό φλοιό του έλκους.

Αντιμετώπιση
Εξυγίανση: Η άμεση αυτή μέθοδος βασίζεται στην κοπή και καύση νεκρών ή σοβαρά προσβεβλημένων δένδρων και είναι πιο αποτελεσματική, εφόσον διενεργείται σε μεγάλες εκτάσεις. Το ξύλο μπορεί να χρησιμοποιηθεί, εφόσον αποφλοιωθεί. Μερικές φορές μπορεί να γίνει απομάκρυνση μολυσμένων κλάδων ή κορυφών, κυρίως σε δένδρα με ιστορική αξία.
Ραντισμοί: Οι ραντισμοί με βενζιμιδαζολικά μυκητοκτόνα (benomyl, carbentazim) είναι οικονομικά επιτρεπτοί μόνο σε φυτώρια ή δένδρα με καλλωπιστική ή ιστορική αξία. Δύο ή τρείς ψεκασμοί πρέπει να γίνονται την άνοιξη και το φθινόπωρο και έχουν κυρίως προστατευτικό χαρακτήρα.
Έμμεσοι μέθοδοι: Αναμφίβολα η πιο οικονομική μέθοδος για τον έλεγχο του έλκους είναι η χρησιμοποίηση ανθεκτικού υλικού. Από την ερευνητική προσπάθεια του ΙΜΔΟ και ΤΔΠ έχουν βρεθεί 60 περίπου κλώνοι κυπαρισσιού με μεγάλη ανθεκτικότητα και άλλοι 80 με μέτρια ανθεκτικότητα. Τελευταία γίνεται προσπάθεια από το Ινστιτούτο, σε συνεργασία με τη Δασική Υπηρεσία, να εφαρμοστούν στην πράξη οι ανθεκτικοί κλώνοι, αφενός με μαζική βλαστητική παραγωγή (εμβολιασμοί), αφετέρου δε με την εγκατάσταση δύο σποροπαραγωγών κήπων στην περιοχή Πεντέλης με τους καλύτερους επιλεγμένους κλώνους, ώστε μετά από 5-6 χρόνια να παράγουν σπόρους που θα δίδουν φυτά ανθεκτικά στην ασθένεια σε μεγάλο ποσοστό.
Από τα ξενικά είδη κυπαρισσιού τα είδη C. glabra και C. arizonica είναι ανθεκτικά στο μύκητα. Το είδος C. macrocarpa που κατάγεται από την Καλιφόρνια είναι το πιο ευαίσθητο και θεωρείται υπεύθυνο γιο την σημερινή παγκόσμια εξάπλωση του μύκητα S. cardinale, διότι είναι το πιο εκτεταμένα καλλιεργημένο, λόγω της προσαρμογής του σε μεγάλο εύρος οικοτόπων.

ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ
ΕΠΟΜΕΝΗ