ΔΙΜΕΡΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ
ΣΤΟΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ
 
ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΧΩΡΕΣ - ΜΕΛΗ ΤΗΣ Ε.Ε.
3. ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Παρά το γεγονός ότι έχει υπογραφεί από το 1980 Συμφωνία πλαίσιο Οικονομικής, Βιομηχανικής και Τεχνικής Συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών, στον αγροτικό τομέα δεν υπάρχει θεσμικό πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας-Γερμανίας, καθώς από το 1981 οι διμερείς σχέσεις των δύο ομόλογων Υπουργείων Γεωργίας ρυθμίζονται με βάση τις κοινοτικές διαδικασίες και διαβουλεύσεις και αναπτύσσονται σε άριστο επίπεδο.

Κατά την τελευταία 20ετία, η συνεργασία των υπηρεσιών του Υπ.Α.Α.Τ. με τους γεωργικούς/εμπορικούς ακολούθους της Γερμανικής Πρεσβείας στην Αθήνα είναι εξαιρετική και συνεχής σε όλα τα θέματα του τομέα που μέχρι σήμερα έχουν προκύψει.

Στις 09/07/2008, ο Αναπληρωτής Υπουργός Γεωργίας της Γερμανίας κ. Gerd Muler, επικεφαλής αντιπροσωπείας της κοινοβουλευτικής ομάδας της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης πραγματοποίησε επίσκεψη στο Υπ.Α.Α.Τ. και είχε συνομιλίες με σύσσωμη την πολιτική ηγεσία για θέματα κοινού ενδιαφέροντος των δύο ομόλογων Υπουργείων.

Σε μια σειρά κοινοτικών θεμάτων γεωργικού ενδιαφέροντος, όπως η ανάγκη διατήρησης και ανάπτυξης του κοινοτικού χαρακτήρα της Αγροτικής Πολιτικής, τα δύο Υπουργεία συμπλέουν στις επιδιώξεις τους. Υπάρχουν, ωστόσο, θέματα για τα οποία οι προσεγγίσεις των δύο χωρών διαφέρουν. Μερικά από αυτά, αναφέρονται παρακάτω:

Αποτελώντας έναν από τους βασικούς χρηματοδότες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Γερμανία (σε επίπεδο τουλάχιστον ECOFIN) υποστηρίζει σταθερά την εξοικονόμηση πόρων από το Γεωργικό Ταμείο, μέσω μείωσης της μέχρι σήμερα παρεχόμενης στήριξης, θέση με την οποία δεν συμβαδίζει η χώρα μας. Έχει διαφανεί κατά καιρούς ότι μεταξύ των Υπουργείων Οικονομικών και Γεωργίας της Γερμανίας υπάρχει διαφορετική προσέγγιση σε ό,τι αφορά το μέλλον της ΚΑΠ και την χρηματοδότησή της, όπως πρόκειται να αναδειχτούν στις προσεχείς διαπραγματεύσεις για τις επόμενες Δημοσιονομικές Προοπτικές.

Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την αναθεώρηση της ΚΑΠ και κυρίως επί του πακέτου για τον «Έλεγχο Υγείας» (Health Check of CAP), οι δύο αντιπροσωπείες δεν συνέπεσαν απολύτως στις επιδιώξεις τους.

  • Στο θέμα της μεταφοράς πόρων από τον Α΄ στον Β΄ πυλώνα της ΚΑΠ, η Γερμανία εξέθεσε, όπως και η Ελλάδα, τον έντονο προβληματισμό της για την κάλυψη της συμπληρωματικής χρηματοδότησης από εθνικούς πόρους που απαιτείται για την εφαρμογή πρόσθετων προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης, ενώ τάχθηκε σφοδρά κατά της αυξημένης διαφοροποίησης στις μεγάλες εκμεταλλεύσεις, αίτημα που, σε σχέση με τις αρχικές προτάσεις της Επιτροπής, εν μέρει ικανοποιήθηκε, προς απογοήτευση της χώρας μας.
  • Στο θέμα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών ποσοστώσεων, η Γερμανία τάχθηκε, όπως και η Ελλάδα, υπέρ της ομαλής προσαρμογής του τομέα σε καθεστώς χωρίς ποσοστώσεις και υποστήριξε τη λήψη στοχευμένων μέτρων στήριξης των ορεινών και ημιορεινών περιοχών παραγωγής του γάλακτος, καθώς και την κατάργηση του συντελεστή λιπο-περιεκτικότητας.
    1. Για το κατεξοχήν ελληνικό αίτημα αναίρεσης της μεταφοράς του 50% των πόρων του Καπνού στον Β' πυλώνα, η Γερμανία είχε συνυπογράψει την σχετική αρχική επιστολή προς την Επίτροπο που είχε σταλεί μετά από ελληνική και ιταλική πρωτοβουλία, αλλά στη συνέχεια, δεν υποστήριξε το ελληνικό αίτημα.
    1. Σε ό,τι αφορά τον οίνο και τα οινικά προϊόντα, σε όλη την διάρκεια της διαπραγμάτευσης για την τροποποίηση του καθεστώτος, οι δύο αντιπροσωπείες, Ελλάδα και Γερμανία, βρέθηκαν με εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις στο κομβικό σημείο της αρχικής πρότασης μεταρρύθμισης, δηλαδή αυτό της απαγόρευσης εμπλουτισμού του οίνου με χρήση ζάχαρης αντί του γλεύκους. Λόγω της πίεσης που άσκησε κυρίως η Γερμανία (μαζί με την πλειοψηφία των κρατών μελών), η Επιτροπή αναγκάστηκε να πάρει πίσω την αρχική πρότασή της για κατάργηση του καθεστώτος εμπλουτισμού των οίνων με ζάχαρη και ταυτόχρονη κατάργηση της υφιστάμενης ενίσχυσης στο γλεύκος. Η Ελλάδα, παρότι υποστήριξε θερμά την αρχική πρόταση της Επιτροπής, αρκέστηκε στη συνέχεια να υποστηρίξει την διατήρηση της ενίσχυσης στο γλεύκος, πράγμα επί του οποίου επήλθε ο γνωστός τελικός συμβιβασμός.
    1. Ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για την Ελλάδα αναδείχτηκε το γεγονός ότι η Γερμανία ήταν μία από τις τέσσερεις χώρες (μαζί με τη Δανία, Γαλλία και Ηνωμένο Βασίλειο) που είχαν προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, κατά του Καν. (ΕΚ) 1829/2002 της Επιτροπής για την κατοχύρωση της ελληνικής φέτας, ως προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ). Μετά την ιστορική από 25/10/2005 Απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, βάσει της οποίας απορρίφθηκαν οι προσφυγές, η ονομασία «φέτα» καταχωρήθηκε οριστικά και αμετάκλητα ως αποκλειστικά ελληνικό προϊόν ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ). Ωστόσο, έχει διαπιστωθεί ότι γερμανικές εταιρείες εξακολουθούν, ακόμη και μετά την μεταβατική περίοδο που έληξε την 15/10/2007, να παράγουν και να διοχετεύουν, αν όχι στην κοινοτική αγορά, στις αγορές τρίτων χωρών απομιμήσεις τυριών με αθέμιτη χρήση της ονομασίας της «φέτας», πράγμα για το οποίο, οι ελληνικές αρχές προβαίνουν συνεχώς σε σχετικά διαβήματα προς τις γερμανικές υπηρεσίες.

Το γεωργικό εμπορικό ισοζύγιο μεταξύ των δύο χωρών είναι ιδιαίτερης σημασίας για τη χώρα μας, αφού η Γερμανία είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ελλάδας σε όλο τον κόσμο, ως προς τις γεωργικές εισαγωγές και ο δεύτερος τη τάξει προορισμός των αγροτικών μας προϊόντων παγκοσμίως. Στο πλαίσιο αυτό, το εμπορικό ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων της Ελλάδας με την Γερμανία εμφανίζεται σταθερά ελλειμματικό για την Ελλάδα, με αυξητική τάση.

(Επικαιροποίηση: Οκτώβριος 2009)

 
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ