ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΣΟΥΝΙΟΥ |
|
Έτος ίδρυσης: 1974 |
|
Ο Εθνικός Δρυμός Σουνίου εκτείνεται σε μια μακρόστενη περιοχή στο Ν.Α. άκρο της Αττικής, μόλις 50 χιλιόμετρα από την Αθήνα. Ολόκληρος ο χώρος του δρυμού παρουσιάζει ιδιαίτερο ιστορικό, γεωλογικό - μεταλλευτικό και παλαιοντολογικό ενδιαφέρον. Υπάρχουν εκτεταμένα λείψανα αρχαίων μεταλλείων και εργαστηρίων των ιστορικών χρόνων, καθώς και οικισμών που καλύπτουν όλο το χρονικό φάσμα από την παλαιολιθική, νεολιθική και προϊστορική περίοδο (Σπήλαιο "Κίτσος" 2 χλμ. βόρεια του Αγ. Κωνσταντίνου ή Καμάριζας). Στο ίδιο σπήλαιο βρέθηκαν παλαιοβοτανικές και παλαιοντολογικές μαρτυρίες, απολιθώματα βοτανικών ειδών που δεν υπάρχουν σήμερα στην περιοχή, όπως η μαύρη πεύκη, το πυξάρι, ο φράξος, η αγριοφουντουκιά (Pinus nigra, Buxus sempervirens, Fraxinus, Corylus), ή στην Ελλάδα ολόκληρη, όπως η παραθαλάσσια πεύκη, η φελοδρύς (Pinus marritima, Quercus suber). Βρέθηκαν επίσης οστά κότας που μαρτυρούν ότι η ύπαρξή της στον ελλαδικό χώρο είναι πανάρχαια. Από την αρχαία εποχή μέχρι σήμερα λειτούργησαν κατά καιρούς μεταλλεία αργύρου, ψευδαργύρου, σιδήρου, μολύβδου κ.λ.π. και έχει αποδειχθεί ότι υπάρχουν στο χώρο γύρω στα 100 ορυκτά. Από τα αρχαία λατομεία μαρμάρου προέρχεται το μάρμαρο με το οποίο κατασκευάσθηκε ο Ναός του Ποσειδώνα και το ιερό της Σουνιάδας Αθηνάς στο ακρωτήριο Σούνιο. Το βάραθρο "Χάος" αποτελεί ένα μοναδικού ενδιαφέροντος φυσικό μνημείο. | |
|
Το μεγαλύτερο μέρος του δρυμού καλύπτεται από πευκοδάση χαλεπίου πεύκης (Pinus halepensis) και θερμομεσογειακούς θαμνώνες από πουρνάρι (Quercus coccifera), σχίνο (Pistacia lentiscus), κουμαριές (Arbutus unedo), ρείκια (Erica sp.), κοκορεβυθιές (Pistacia terebinthus) και φρύγανα, όπως κουνούκλες, θυμάρια, αφάνες κ.α. Υπάρχει επίσης και το κυπαρισσόκεδρο (Juniperus phoenicea). Την ποώδη βλάστηση αντιπροσωπεύουν πολλά χειλανθή και ψυχανθή (τριφύλλια κ.α.) αγροστώδη και σύνθετα, μεταξύ των οποίων και ένα ενδημικό είδος κενταύριας, η Centaurea laureotica. |
Η πανίδα του δρυμού δεν είναι ιδιαίτερα πλούσια σε ποικιλία ειδών. Δεν υπάρχουν μεγάλα θηλαστικά, εκτός από την αλεπού (Vulpes vulpes), ενώ στην περιοχή φωλιάζουν μόνο κοινά και ευρέως διαδεδομένα στην Ελλάδα είδη πουλιών, αν και κατά το χειμώνα ή και κατά τη διάρκεια της μεταναστευτικής περιόδου, εμφανίζεται στην περιοχή πρόσθετος αριθμός ειδών της πτηνοπανίδας. | |
Έξω από τον πυρήνα του δρυμού υπάρχουν ερείπια μεταλλευτικών
εγκαταστάσεων, γεωργικές καλλιέργιες και ερημοκκλήσια. Ο χώρος του δρυμού είναι εύκολα προσπελάσιμος από πολλούς δασικούς δρόμους που έχουν διανοιχθεί για την προστασία της εύφλεκτης βλαστησής του από πυρκαγιές. |
|
Πληροφορίες: Δασαρχείο Λαυρίου, Λαύριο. Τηλ.: 22920 23100, 22920 24444. |
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ |